Τα τσιμπούρια είναι παράσιτα τα οποία τα βρίσκουμε στις κότες και σε άλλα πουλερικά όπως τις γαλοπούλες, τις πάπιες, τις χήνες, σε άγρια πουλιά αλλά και σε θηλαστικά. Πολλές φορές είναι φορείς βακτηρίων και ιών τα οποία μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές ασθένειες. Κατά κανόνα αποτελούν πρόβλημα σε ερασιτέχνες μιας και στις οργανωμένες μονάδες λαμβάνονται όλα τα προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπισή τους. Προτιμάνε το ζεστό και υγρό κλίμα και δεν παρασιτούν πάνω στο ζώο για μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά πέφτουν και βρίσκουν άλλο ξενιστή.
Τα συμπτώματα που παρατηρούμε είναι παρόμοια με αυτά που έχουν οι κοτόψειρες και περιλαμβάνουν αναιμία, μείωση στην παραγωγή αυγών, αδυναμία και μείωση του βάρους. Επίσης επειδή συνήθως τα τσιμπούρια βρίσκονται μέσα στο κοτέτσι οι κότες δεν θέλουν να μπούνε σε αυτό και έτσι παρουσιάζουν επιθετικότητα. Οι επιπλοκές που συνδέονται με αυτά μπορεί να οδηγήσουν από την παράλυση (λόγω μιας τοξίνης που υπάρχει στο σάλιο του τσιμπουριού) μέχρι και τον θάνατο. Η παράλυση αρχίζει από τα πόδια και επεκτείνεται στα φτερά και το αναπνευστικό σύστημα της κότας.
Για να εντοπίσουμε το ίδιο το τσιμπούρι, από το οποίο τις πιο πολλές φορές βλέπουμε μόνο το πίσω μέρος αφού το μπροστινό είναι μέσα στο ζώο, κοιτάζουμε κάτω από τα φτερά της κότας ή γύρω από τα πόδια της. Πρέπει να έχουμε υπόψιν μας πως συνήθως τα τσιμπούρια τρώνε κατά τη διάρκεια της νύχτας και τη μέρα κρύβονται στις φωλιές τους. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλές φορές δεν τα βλέπουμε. Οπότε είναι καλό να κάνουμε έναν έλεγχο στις κότες μας αφού πέσει το φως και τότε μπορεί να τα βρούμε ακόμα και στα πόδια, πρησμένα και γεμάτα με αίμα.
Η αντιμετώπισή τους γίνεται με καταπολέμηση του ίδιου του τσιμπουριού. Όταν δεν παρασιτούν στις κότες βρίσκονται σε φωλιές που κάνουν στις ρωγμές και τις χαραμάδες. Ο κτηνίατρος θα μας δώσει τα κατάλληλα φάρμακα τόσο για να ψεκάσουμε τις κότες όσο και να ραντίσουμε το κοτέτσι μας αλλά και τον περιβάλλοντα χώρο. Μετά την εφαρμογή των σκευασμάτων θα πρέπει να συνεχίσουμε να ψάχνουμε το κοτέτσι και τις κότες για τσιμπούρια για τουλάχιστον 2 εβδομάδες. Και αυτό γιατί είναι δυνατόν να έχουν επιζήσει παράσιτα ικανά να μεταμορφωθούν σε προνύμφες τσιμπουριών που τυχόν είχαν μείνει.
Στα μέτρα πρόληψης που μπορούμε να εφαρμόσουμε είναι η καθαριότητα και η υγιεινή του κοτετσιού και του περιβάλλοντα χώρου. Αυτό περιλαμβάνει το κόψιμο χορταριών που είναι πολύ ψηλά, μάζεμα σκουπιδιών και άλλων αντικειμένων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τα τσιμπούρια ως φωλιές. Ακόμα επιθεωρούμε συχνά το μέρος για τυχόν ρωγμές και χαραμάδες όπου θα μπορούσαν να υπάρχουν και δεν ξεχνάμε να ψάχνουμε συχνά τις κότες μας, ειδικά τους ζεστούς μήνες για την ύπαρξη τσιμπουριών.